Κόκκινο


"Ὅταν ἔχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οἱ σκιὲς μὲς στὸ σπίτι, ἀόρατα χέρια τραβοῦν τὶς κουρτίνες, ἕνα δάχτυλο ἀχνὸ γράφει στὴ σκόνη τοῦ πιάνου λησμονημένα λόγια - δὲ θέλω νὰ τ᾿ ἀκούσω. Σώπα."

Στέκεται σ’ ένα στενό δρομάκι, στους πρόποδες της Ακρόπολης.
Γεμάτο απ’ τις ψυχές που έχουν μεγαλώσει μέσα του, παραδόθηκε στον χρόνο.
Η γη ύψωσε τα κλαδιά της και το αγκάλιασε για να το προστατεύσει.
Δεν μπορείς να το προσπεράσεις. Στέκεσαι και το κοιτάζεις.
Γέννηση, θάνατος, ευτυχία, πόνος, δάκρυα, έρωτες, αντίο.
Μία δίνη ενέργειας που σε φυλακίζει μόλις πλησιάσεις.
Ασάλευτος απ’ την ζήλια, προσπαθείς να κλέψεις λίγη απ’ την ζωή του.

Πόσο λυπηρό..!

Ανοίγουν τα παραθυρόφυλλα κι εμφανίζεται μια γυναικεία μορφή.
“Πόσο τυχερή είναι που ζει εδώ”, σκέφτεσαι.
Σαν ν’ άκουσε την σκέψη σου, χαμογελάει.
Ένα απαλό χαμόγελο, που έκανε το γαλήνιο πρόσωπο της ακόμα πιο αρμονικό.

Ανόητη, αυτό δεν μπορείς να το κλέψεις.
Μόνο να το ζήσεις.

Σειρά σου να χαμογελάσεις. Πικρά.
Χαμηλώνεις το βλέμμα και συνεχίζεις τον δρόμο σου...




(Φωτογραφία: Chrysanna Sarantou)


Leave a Reply